Η ιστοσελίδα sport-fm.gr φιλοξενεί αφιέρωμα και συνέντευξη στον ποδοσφαιριστή του Αιόλου Νικήτα Ράμμo, με τίτλο: «Όταν τα ποδοσφαιρικά σου όνειρα δεν γίνονται πραγματικότητα».
Το άρθρο έχει ως εξής:
Πολλοί αγαπάνε το ποδόσφαιρο, εκείνος, όμως, το λατρεύει και το απέδειξε ταξιδεύοντας σε δύο χώρες για εκείνο. Ο Νικήτας Ράμμος μιλάει στο sport-fm.gr για την ιστορία του. Xρήμα, δόξα, δημοσιότητα και παντού φωτογραφικοί φακοί. Αυτές είναι μερικές από τις λέξεις που αποτελούν την καθημερινότητα πολλών ποδοσφαιριστών στην σύγχρονη εποχή με το ίδιο το άθλημα να έχει εξελιχθεί πιο πολύ από ποτέ και να γίνεται όλο και πιο κερδοφόρο οικονομικά. Οι ιστορίες παικτών που ξεκίνησαν από ένα χαμηλό επίπεδο και βρήκαν την «Ιθάκη» τους ποικίλουν και αυτό είναι κάτι πανέμορφο.
Τι γίνεται όμως με τις άλλες περιπτώσεις; Με αυτές τις ιστορίες που δεν είχαν ως κατάληξη την απόλυτη καταξίωση; Με εκείνες που δεν περιλαμβάνουν τις λέξεις που χρησιμοποιήθηκαν στην πρώτη πρόταση του κειμένου.
Συνήθως δεν βγαίνουν στην δημοσιότητα, ωστόσο αυτό δεν τις καθιστά λιγότερο σημαντικές.
Μια τέτοια περίπτωση είναι αυτή του Νικήτα Ράμμου, του 26χρονου ποδοσφαιριστή που αγωνίζεται στον Αίολο Καρπενησίου και η ιστορία του, η διαδρομή που έχει διανύσει και αυτά που έκανε για να μην προδώσει την αγάπη του για το ποδόσφαιρο έχουν να περάσουν αρκετά μηνύματα για το πως ένας άνθρωπος αν είναι πραγματικά ερωτευμένος με το αντικείμενο του θα το ακολουθεί για πάντα.
Ο Θεσσαλονικιός ποδοσφαιριστής μιλάει στο sport-fm.gr για όλα αυτά.
Το πρώτο βλέμμα, η αρχή της αγάπης του με το ποδόσφαιρο ξεκίνησε από μικρή ηλικία και όπως πολλά παιδιά σε εκείνες τις ηλικίες επιδίωκε να παίζει συνέχεια με μια μπάλα: «Επαιζα στο σχολείο και μετά στο σπίτι. Θυμάμαι πως όταν ήμουν στο σπίτι και ήθελα να παίζω έπαιρνα ένα χαρτί, το έσφιγγα, το τύλιγα με ζελοτέιπ και το χρησιμοποιούσα σαν μπάλα. Φυσικά με αυτόν τον τρόπο είχα κάνει πάρα πολλές ζημιές μέσα στο σπίτι και αυτό οδήγησε τους γονείς μου στο να με γράψουν σε κάποια ακαδημία. Έτσι πήραν την απόφαση να με πάνε σε ακαδημία σε ηλικία 8 χρόνων και για τα επόμενα παιδικά μου χρόνια συνέχιζα να παίζω σε ακαδημίες, ενώ η πρώτη φορά που συμμετείχα σε ανδρική ομάδα ήρθε έπειτα από μερικές σεζόν όταν πήγα στον ΠΑΟ Διοικητηρίου».
Γενικά εκείνη την περίοδο το ποδόσφαιρο είχε αρχίσει να γίνεται σημαντικό κομμάτι της καθημερινότητας του καθώς όπως ο ίδιος τονίζει προτιμούσε να αφιερώνει περισσότερο χρόνο σε αυτό σε σχέση με τα υπόλοιπα πράγματα.
Μέχρι εδώ ήταν το σημείο που κάθε παιδί που αγαπάει το ποδόσφαιρο έχει να εξιστορήσει πολλά, ωστόσο έπειτα ξεκινάει ένα ταξίδι που λίγοι τόλμησαν να κάνουν και είναι αξιοθαύμαστο.
«Σε ηλικία 22 χρόνων πήρα την απόφαση να φύγω από την πόλη μου και να πάω στο Βέλγιο. Είχα μια γνωριμία στην συγκεκριμένη χώρα και θέλοντας να δοκιμάσω την τύχη μου έκανα αυτό το ταξίδι, ωστόσο τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν καλά καθώς, πήγα σε κακή περίοδο και το ρόστερ της ομάδας για την οποία πήγα είχε κλείσει. Παρόλο που τα πράγματα δεν ήταν εύκολα εκεί ακόμα και στο θέμα της γλώσσας την οποία δεν ήξερα, παρέμεινα εκεί, μένοντας στο σπίτι ενός φίλου μου και προσπαθώντας να βρω μια ευκαιρία για να αγωνιστώ έστω σε κάποια άλλη ομάδα, ενώ έκανα μονος μου προπονήσεις».
Ο καιρός περνούσε και κάποια διέξοδος δεν έκανε την παρουσία της, έτσι ο Νικήτας αποφάσισε να κάνει άλλη μια προσπάθεια κυνηγώντας μια νέα ευκαιρία και άλλαξε ξανά χώρα μετακομίζοντας στην Γερμανία: «Αφού πέρασαν 4-5 μήνες στο Βέλγιο και δεν είχα βρει κάποια ευκαιρία, μου ήρθε μια πρόταση για δουλειά στην Γερμανία και αποφάσισα να πάω, έχοντας στο μυαλό μου ότι ίσως αυτό να είναι μια ελπίδα για να κυνηγήσω το όνειρο μου και να παίξω σε κάποια μεγάλη ομάδα. Όταν πήγα εκεί, άρχισα να δουλεύω σε ένα εστιατόριο, ενώ έπειτα επέστρεψα και πάλι στους αγωνιστικούς χώρους πηγαίνοντας σε δοκιμαστικά στην Φορτούνα Κολωνίας, όμως δεν με κράτησαν καθώς θεώρησαν ότι δεν θα μπορούσα να συνδυάσω το ποδόσφαιρο και την δουλειά μου. Για εμένα ήταν πολύ σημαντικό το να εργάζομαι εκείνη την περίοδο καθώς είχε να κάνει με την επιβίωση μου και έτσι δεν προχώρησε το θέμα με τον σύλλογο και μια ευκαιρία πήγε χαμένη».
Τι γίνεται όμως με τις άλλες περιπτώσεις; Με αυτές τις ιστορίες που δεν είχαν ως κατάληξη την απόλυτη καταξίωση; Με εκείνες που δεν περιλαμβάνουν τις λέξεις που χρησιμοποιήθηκαν στην πρώτη πρόταση του κειμένου.
Συνήθως δεν βγαίνουν στην δημοσιότητα, ωστόσο αυτό δεν τις καθιστά λιγότερο σημαντικές.
Μια τέτοια περίπτωση είναι αυτή του Νικήτα Ράμμου, του 26χρονου ποδοσφαιριστή που αγωνίζεται στον Αίολο Καρπενησίου και η ιστορία του, η διαδρομή που έχει διανύσει και αυτά που έκανε για να μην προδώσει την αγάπη του για το ποδόσφαιρο έχουν να περάσουν αρκετά μηνύματα για το πως ένας άνθρωπος αν είναι πραγματικά ερωτευμένος με το αντικείμενο του θα το ακολουθεί για πάντα.
Ο Θεσσαλονικιός ποδοσφαιριστής μιλάει στο sport-fm.gr για όλα αυτά.
Το πρώτο βλέμμα, η αρχή της αγάπης του με το ποδόσφαιρο ξεκίνησε από μικρή ηλικία και όπως πολλά παιδιά σε εκείνες τις ηλικίες επιδίωκε να παίζει συνέχεια με μια μπάλα: «Επαιζα στο σχολείο και μετά στο σπίτι. Θυμάμαι πως όταν ήμουν στο σπίτι και ήθελα να παίζω έπαιρνα ένα χαρτί, το έσφιγγα, το τύλιγα με ζελοτέιπ και το χρησιμοποιούσα σαν μπάλα. Φυσικά με αυτόν τον τρόπο είχα κάνει πάρα πολλές ζημιές μέσα στο σπίτι και αυτό οδήγησε τους γονείς μου στο να με γράψουν σε κάποια ακαδημία. Έτσι πήραν την απόφαση να με πάνε σε ακαδημία σε ηλικία 8 χρόνων και για τα επόμενα παιδικά μου χρόνια συνέχιζα να παίζω σε ακαδημίες, ενώ η πρώτη φορά που συμμετείχα σε ανδρική ομάδα ήρθε έπειτα από μερικές σεζόν όταν πήγα στον ΠΑΟ Διοικητηρίου».
Γενικά εκείνη την περίοδο το ποδόσφαιρο είχε αρχίσει να γίνεται σημαντικό κομμάτι της καθημερινότητας του καθώς όπως ο ίδιος τονίζει προτιμούσε να αφιερώνει περισσότερο χρόνο σε αυτό σε σχέση με τα υπόλοιπα πράγματα.
Μέχρι εδώ ήταν το σημείο που κάθε παιδί που αγαπάει το ποδόσφαιρο έχει να εξιστορήσει πολλά, ωστόσο έπειτα ξεκινάει ένα ταξίδι που λίγοι τόλμησαν να κάνουν και είναι αξιοθαύμαστο.
«Σε ηλικία 22 χρόνων πήρα την απόφαση να φύγω από την πόλη μου και να πάω στο Βέλγιο. Είχα μια γνωριμία στην συγκεκριμένη χώρα και θέλοντας να δοκιμάσω την τύχη μου έκανα αυτό το ταξίδι, ωστόσο τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν καλά καθώς, πήγα σε κακή περίοδο και το ρόστερ της ομάδας για την οποία πήγα είχε κλείσει. Παρόλο που τα πράγματα δεν ήταν εύκολα εκεί ακόμα και στο θέμα της γλώσσας την οποία δεν ήξερα, παρέμεινα εκεί, μένοντας στο σπίτι ενός φίλου μου και προσπαθώντας να βρω μια ευκαιρία για να αγωνιστώ έστω σε κάποια άλλη ομάδα, ενώ έκανα μονος μου προπονήσεις».
Ο καιρός περνούσε και κάποια διέξοδος δεν έκανε την παρουσία της, έτσι ο Νικήτας αποφάσισε να κάνει άλλη μια προσπάθεια κυνηγώντας μια νέα ευκαιρία και άλλαξε ξανά χώρα μετακομίζοντας στην Γερμανία: «Αφού πέρασαν 4-5 μήνες στο Βέλγιο και δεν είχα βρει κάποια ευκαιρία, μου ήρθε μια πρόταση για δουλειά στην Γερμανία και αποφάσισα να πάω, έχοντας στο μυαλό μου ότι ίσως αυτό να είναι μια ελπίδα για να κυνηγήσω το όνειρο μου και να παίξω σε κάποια μεγάλη ομάδα. Όταν πήγα εκεί, άρχισα να δουλεύω σε ένα εστιατόριο, ενώ έπειτα επέστρεψα και πάλι στους αγωνιστικούς χώρους πηγαίνοντας σε δοκιμαστικά στην Φορτούνα Κολωνίας, όμως δεν με κράτησαν καθώς θεώρησαν ότι δεν θα μπορούσα να συνδυάσω το ποδόσφαιρο και την δουλειά μου. Για εμένα ήταν πολύ σημαντικό το να εργάζομαι εκείνη την περίοδο καθώς είχε να κάνει με την επιβίωση μου και έτσι δεν προχώρησε το θέμα με τον σύλλογο και μια ευκαιρία πήγε χαμένη».
Όμως δεν το έβαλε κάτω και στην συνέχεια πέρασε από ακόμα δύο συλλόγους: «Έπειτα πήγα στην Μπέργκις Γκλάντμπαχ και έμεινα σε αυτήν για έναν χρόνο. Ήμουν ο μοναδικός Έλληνας εκεί και σίγουρα η προσαρμογή δεν ήταν εύκολη παρόλα αυτά συνέχισα να προσπαθώ και να δουλεύω. Ύστερα που πήγα στην Γαλανόλευκος-Ελλάς κατακτήσαμε ένα πρωτάθλημα και ανεβήκαμε κατηγορία και εκεί ήταν ωραία καθώς απέκτησα εμπειρίες και έκανα φιλίες. Εκείνη την περίοδο εκτός από τις προπονήσεις της ομάδας μου έκανα και εγώ μόνος μου και γενικά είχα πολλές δραστηριότητες καθώς ταυτόχρονα δούλευα ενώ πήγαινα και σε σχολείο για να μπορέσω να μάθω καλύτερα την γλώσσα. Μετά πήγα και στην τρίτη ομάδα, στην Όμερμπορν Σαν, ωστόσο έπειτα από έναν χρόνο έφυγα και από εκεί».
Τα τρία χρόνια στην Γερμανία είχαν περάσει χωρίς να μείνει σταθερά σε κάποια ομάδα και η απογοήτευση άρχισε να του χτυπάει την «πόρτα», ενώ εκείνος έβλεπε το όνειρο του να γίνεται όλο και πιο δύσκολο ως προς την πραγματοποίηση του: «Είχα πλέον φτάσει 25 χρόνων. Είχαν περάσει τρία χρόνια που βρισκόμουν στην Γερμανία, σε εκείνο το σημείο είχα απογοητευτεί που δεν είχα καταφέρει να κάνω το μεγάλο βήμα, ήθελα να παίξω σε επαγγελματικό επίπεδο και-γιατί όχι;-να έφτανα και στην Bundesliga όμως δεν τα κατάφερα και αποφάσισα να γυρίσω στην Ελλάδα».
Κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια για να πετύχει τον στόχο του ωστόσο αυτό δεν κατέστη εφικτό, παρά τα ταξίδια, τις δυσκολίες και τις εμπειρίες που πέρασε, είχε αντιληφθεί πως ίσως η καλύτερη λύση θα ήταν να επιστρέψει στην Θεσσαλονίκη όπου δεν άργησε να ξαναμπεί στα γήπεδα: «Μέσα στους επόμενους μήνες αγωνίστηκα σε άλλες δύο ομάδες στις οποίες δεν έμεινα για αρκετό καιρό».
Κάπου εδώ ίσως φαίνεται πως η κατάσταση της καριέρας του είχε γίνει ακόμα πιο δύσκολη, όμως η αγάπη του για το άθλημα δεν είχε μειωθεί στο ελάχιστο και ακολούθησε την συνηθισμένη πλέον για εκείνον επιλογή, το να αφήσει την πόλη του για να ψάξει την ευκαιρία να πετύχει το όνειρο του: «Ακόμα ήθελα να διεκδικήσω το όνειρο μου και να συνεχίσω να προσπαθώ και με αυτό το σκεπτικό πήγα στο Καρπενήσι για τον Αίολο, αφήνοντας για δεύτερη φορά την πόλη μου».
Μπορεί να πέρασαν αρκετά χρόνια από την στιγμή που ξεκίνησε το ταξίδι του, ωστόσο οι στόχοι του παραμένουν ίδιοι: «Πιστεύω στον εαυτό μου και ακόμα θέλω να παίξω επαγγελματικά. Περιμένω μια ευκαιρία για να το κάνω και όπως λέει ένας καλός μου φίλος μερικές φορές πρέπει να πηγαίνεις κόντρα στην λογική για να πραγματοποιήσεις τα όνειρα σου.».
Είναι όμως εύκολο να περιμένει τόσα χρόνια για αυτή την ευκαιρία; έχει τουλάχιστον κάποιο οικονομικό κέρδος όλον αυτόν τον καιρό από αυτό ώστε να μπορέσει να ζει με μεγαλύτερη άνεση; «Οικονομικά δεν μπορώ να επιβιώσω από το ποδόσφαιρο όλα αυτά τα χρόνια αλλά δεν σταματάω γιατί μου αρέσει, με γεμίζει, είναι τρόπος ζωής για εμένα, έχω περάσει δύσκολες στιγμές, αλλά δεν μπορώ να σταματήσω, το μυαλό μου είναι εκεί».
Όσο για το αν θεωρεί σημαντική την αυτοκριτική, τόνισε πως είναι κάτι που κάνει πάντα: «Πάντα κάνω αυτοκριτική, το θεωρώ σημαντικό να δουλεύω τις αδυναμίες μου».
Παρά τις απογοητεύσεις και τα όνειρα που δεν έγιναν πραγματικότητα, όπως ο ίδιος λέει το μυαλό του είναι στο ποδόσφαιρο και δεν θα πάψει να είναι όσο θα μπορεί να παίζει μπάλα. Άλλωστε, όπως τονίζει, είναι το «οξυγόνο» του, είναι κάτι που του προσφέρει χαρά και ακόμα και αν δεν του έχει φέρει την δόξα και τα χρήματα εκείνος το αγαπάει κάθε μέρα και δεν θα το αφήσει.
Επιμέλεια: Γιάννης Καλομοίρης
Τα τρία χρόνια στην Γερμανία είχαν περάσει χωρίς να μείνει σταθερά σε κάποια ομάδα και η απογοήτευση άρχισε να του χτυπάει την «πόρτα», ενώ εκείνος έβλεπε το όνειρο του να γίνεται όλο και πιο δύσκολο ως προς την πραγματοποίηση του: «Είχα πλέον φτάσει 25 χρόνων. Είχαν περάσει τρία χρόνια που βρισκόμουν στην Γερμανία, σε εκείνο το σημείο είχα απογοητευτεί που δεν είχα καταφέρει να κάνω το μεγάλο βήμα, ήθελα να παίξω σε επαγγελματικό επίπεδο και-γιατί όχι;-να έφτανα και στην Bundesliga όμως δεν τα κατάφερα και αποφάσισα να γυρίσω στην Ελλάδα».
Κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια για να πετύχει τον στόχο του ωστόσο αυτό δεν κατέστη εφικτό, παρά τα ταξίδια, τις δυσκολίες και τις εμπειρίες που πέρασε, είχε αντιληφθεί πως ίσως η καλύτερη λύση θα ήταν να επιστρέψει στην Θεσσαλονίκη όπου δεν άργησε να ξαναμπεί στα γήπεδα: «Μέσα στους επόμενους μήνες αγωνίστηκα σε άλλες δύο ομάδες στις οποίες δεν έμεινα για αρκετό καιρό».
Κάπου εδώ ίσως φαίνεται πως η κατάσταση της καριέρας του είχε γίνει ακόμα πιο δύσκολη, όμως η αγάπη του για το άθλημα δεν είχε μειωθεί στο ελάχιστο και ακολούθησε την συνηθισμένη πλέον για εκείνον επιλογή, το να αφήσει την πόλη του για να ψάξει την ευκαιρία να πετύχει το όνειρο του: «Ακόμα ήθελα να διεκδικήσω το όνειρο μου και να συνεχίσω να προσπαθώ και με αυτό το σκεπτικό πήγα στο Καρπενήσι για τον Αίολο, αφήνοντας για δεύτερη φορά την πόλη μου».
Μπορεί να πέρασαν αρκετά χρόνια από την στιγμή που ξεκίνησε το ταξίδι του, ωστόσο οι στόχοι του παραμένουν ίδιοι: «Πιστεύω στον εαυτό μου και ακόμα θέλω να παίξω επαγγελματικά. Περιμένω μια ευκαιρία για να το κάνω και όπως λέει ένας καλός μου φίλος μερικές φορές πρέπει να πηγαίνεις κόντρα στην λογική για να πραγματοποιήσεις τα όνειρα σου.».
Είναι όμως εύκολο να περιμένει τόσα χρόνια για αυτή την ευκαιρία; έχει τουλάχιστον κάποιο οικονομικό κέρδος όλον αυτόν τον καιρό από αυτό ώστε να μπορέσει να ζει με μεγαλύτερη άνεση; «Οικονομικά δεν μπορώ να επιβιώσω από το ποδόσφαιρο όλα αυτά τα χρόνια αλλά δεν σταματάω γιατί μου αρέσει, με γεμίζει, είναι τρόπος ζωής για εμένα, έχω περάσει δύσκολες στιγμές, αλλά δεν μπορώ να σταματήσω, το μυαλό μου είναι εκεί».
Όσο για το αν θεωρεί σημαντική την αυτοκριτική, τόνισε πως είναι κάτι που κάνει πάντα: «Πάντα κάνω αυτοκριτική, το θεωρώ σημαντικό να δουλεύω τις αδυναμίες μου».
Παρά τις απογοητεύσεις και τα όνειρα που δεν έγιναν πραγματικότητα, όπως ο ίδιος λέει το μυαλό του είναι στο ποδόσφαιρο και δεν θα πάψει να είναι όσο θα μπορεί να παίζει μπάλα. Άλλωστε, όπως τονίζει, είναι το «οξυγόνο» του, είναι κάτι που του προσφέρει χαρά και ακόμα και αν δεν του έχει φέρει την δόξα και τα χρήματα εκείνος το αγαπάει κάθε μέρα και δεν θα το αφήσει.
Επιμέλεια: Γιάννης Καλομοίρης